Έγιναν στις 3 Μαΐου τα εγκαίνια της κατασκευής του FSRU Αλεξανδρούπολης συνολικού κόστους 380 εκατ. ευρώ εκ των οποίων 166,7 εκατ. ευρώ θα καλυφθούν από ευρωπαϊκούς πόρους του ΕΣΠΑ (https://energypress.gr 3/5/2022), ενώ σε σχέση με την δανειοδότηση του έργου η Εθνική Τράπεζα (ΕΤΕ) ενέκρινε χρηματοδότηση ύψους 300 εκατ. ευρώ (https://energypress.gr 13/1/2022).
Με δεδομένη πλέον την χρηματοδότηση από κονδύλια της ΕΕ και δάνεια του FSRU Αλεξανδρούπολης όπου θα φτάνει το αμερικανικό LNG με πλοία Ελλήνων εφοπλιστών και εξασφαλισμένη την πώλησή του στις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης οι ΗΠΑ ολοκληρώνουν το στρατηγικό τους σχέδιο που στόχο έχει να απεξαρτηθούν οι εν λόγω χώρες και η ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο και βέβαια να εξαρτηθούν πλήρως από το αμερικανικό LNG.
Ο FSRU Αλεξανδρούπολης είναι πλωτός τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου της εταιρείας Gastrade Α.Ε όπου πέραν των άλλων μετόχων συμμετέχει με ποσοστό 20% η βουλγαρική εταιρεία Bulgartransgaz (Energypress 13/1/2021).
Σύμφωνα με Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 17 Ιουνίου 2021 ο FSRU Αλεξανδρούπολης, «αναμένεται να βελτιώσει την ασφάλεια του εφοδιασμού όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τη Βουλγαρία και την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, δεδομένου ότι θα αποτελέσει νέα δυνητική πηγή ενέργειας προς σύνδεση στον αγωγό διασύνδεσης Ελλάδας και Βουλγαρίας («IGB»)» (ec.europa.eu/commission 17/6/2021).
Άλλωστε όπως τονίζεται από βουλγαρικής πλευράς «το έργο αποτελεί βασικό μέρος της στρατηγικής για μεγαλύτερη ενοποίηση των αγορών φυσικού αερίου, η οποία περιλαμβάνει έργα διασύνδεσης Βουλγαρίας – Ελλάδας, Βουλγαρίας – Ρουμανίας, Ρουμανίας – Ουγγαρίας» (www.icgb.eu 2022).
Για τον λόγο αυτόν άλλωστε και το τεράστιο βουλγαρικό ενδιαφέρον για το έργο που εκδηλώθηκε με την παρουσία στα εγκαίνια του FSRU Αλεξανδρούπολης του ίδιου του Βούλγαρου Πρωθυπουργού Κίριλ Πέτκοφ ο οποίος σε δηλώσεις του «έκανε λόγο για μια ιστορική ημέρα για τη Βουλγαρία και την Ελλάδα, κατά την οποία γίνεται ένα σημαντικό βήμα για την ενεργειακή ανεξαρτησία των δύο χωρών» (www.kathimerini.gr 3/5/2022).
Να σημειωθεί βεβαίως ότι καθώς η Ρωσία έκοψε πλέον την προμήθεια φυσικού αερίου προς τη Σόφια «το 40% των αναγκών της Βουλγαρίας σε αέριο καλύπτεται με LNG από τη Ρεβυθούσα και το 60% με ρωσικό αέριο που πουλάει η ΔΕΠΑ» (www.kathimerini.gr 3/5/2022).
Ενόψει όλων αυτών είναι προφανές ότι έχει έρθει πλέον η στιγμή η ελληνική κυβέρνηση να θέσει πλέον μετ΄ επιτάσεως το πάγιο ελληνικό αίτημα της επιστροφής των ανεκτίμητης αξίας εκκλησιαστικών κειμηλίων της Ιεράς Μονής Εικοσιφοινίσσης Παγγαίου και της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Σερρών τα οποία λεηλατήθηκαν από τα βουλγαρικά στρατεύματα κατοχής το 1917.
Ειδικότερα με δύο γραπτές ερωτήσεις μου στις 27/9/2017 και 4/10/2017 εισήγαγα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το θέμα της λεηλασίας του εκκλησιαστικού και πολιτιστικού μας πλούτου από τις παραπάνω δύο Ιερές Μονές, ζητώντας απαντήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που προτίθεται να λάβει, σε συνεργασία με τις Ελληνικές Αρχές, ώστε να επιστραφούν οι κλεμμένοι θησαυροί στην Πατρίδα μας, σύμφωνα με την Οδηγία 93/7/EOK για την επιστροφή στον τόπο προέλευσής τους των κλαπέντων αρχαιολογικών θησαυρών και τη Σύμβαση της ΟΥΝΕΣΚΟ UNIDROIT του 1970, για τον επαναπατρισμό των πολιτιστικών αγαθών.
Στις εν λόγω γραπτές ερωτήσεις μου επισήμανα ότι Μεγάλη Δευτέρα, στις 27/3/1917 ο Βουλγαρικός κατοχικός στρατός επέδραμε στην Ιερά Μονή Εικοσιφοινίσσης, την οποία λεηλάτησε, αρπάζοντας συνολικά 907 ιερά λατρευτικά αντικείμενα, 430 χειρόγραφους κώδικες, 467 αρχέτυπα. Εκτός από την Ιερά Μονή Εικοσιφοινίσσης, οι Βούλγαροι κατακτητές λεηλάτησαν και τη βιβλιοθήκη της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Σερρών, από την οποία αφαίρεσαν, μεταξύ άλλων, 100 επί μεμβράνης χειρόγραφα, πάνω από 200 χαρτώα, 1500 έντυπα βιβλία, όπως ο Κώδικας Α΄ της Μονής, το κτιτορικόν τυπικό και δέκα Νομοκανόνες και πολλά πολύτιμα ιερά αντικείμενα.
Τα περισσότερα από τα κειμήλια που εκλάπησαν και αποτελούν πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας, σήμερα κρατούνται παράνομα στη Σόφια, στο Κέντρο Σλαβοβυζαντινών Σπουδών Ivan Dujev και στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Βουλγαρίας, ενώ κάποια άλλα πουλήθηκαν ή έφτασαν με άλλους τρόπους, μέσω Βουλγαρίας, σε βιβλιοθήκες εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και ιδιωτικές συλλογές της Ευρώπης και των ΗΠΑ.
Από την πλευρά της Ελλάδας έχει τεθεί πολλές φορές το ζήτημα της επιστροφής των κλαπέντων εκκλησιαστικών και πολιτιστικών θησαυρών, εκ μέρους θεσμικών παραγόντων της Πολιτείας και της Εκκλησίας, όμως εδώ και εκατό χρόνια η Βουλγαρία αρνείται να τους επιστρέψει. Το ενδεχόμενο επιστροφής των κλαπέντων απέκλεισε με δηλώσεις ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας Ρούμεν Ράντεφ, στις 25/6/2017, γεγονός που προκάλεσε την επόμενη μέρα την παρέμβαση του τότε Μητροπολίτη Δράμας Παύλου, ο οποίος δυστυχώς εκοιμήθη πριν λίγες ημέρες.
Απαντώντας στις 16 Νοεμβρίου 2017 στις παραπάνω γραπτές μου ερωτήσεις η επίτροπος κυρία Bieńkowska επισήμανε ότι «η οδηγία 2014/60/ΕΕ(1) της 15ης Μαΐου 2014 προβλέπει μηχανισμούς συνεργασίας και δικαστικούς μηχανισμούς για την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών που έχουν απομακρυνθεί παράνομα από το έδαφος μιας χώρας της ΕΕ και έχουν μεταφερθεί στο έδαφος άλλης χώρας της ΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 1993 και μετά. Η οδηγία αυτή δεν έχει αναδρομική ισχύ». Και συνέχισε με νόημα ανοίγοντας το δρόμο για την επιστροφή των παραπάνω κλαπέντων εκκλησιαστικών κειμηλίων: «Ωστόσο, κάθε κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόσει σε εθελοντική βάση τις ρυθμίσεις που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία για αιτήματα επιστροφής πολιτιστικών αγαθών που απομακρύνθηκαν παράνομα από το έδαφος άλλου κράτους μέλους πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993» (www.europarl.europa.eu 16/11/2017).
Ενόψει λοιπόν της έμπρακτης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης που εκφράζει η Αθήνα προς τη Σόφια στο ζήτημα τροφοδοσίας της βουλγαρικής οικονομίας με φυσικό αέριο μέσω Ρεβυθούσας και ΔΕΠΑ, ήρθε η ώρα η Ελλάδα με επίσημο τρόπο να ζητήσει από τη Βουλγαρία την επιστροφή των παραπάνω λεηλατηθέντων εκκλησιαστικών θησαυρών της Ιεράς Μονής Εικοσιφοινίσσης Παγγαίου και της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Σερρών. Οψόμεθα.